Τη Δευτέρα, 2 Δεκεμβρίου 2024, η Γ΄Τάξη του σχολείου μας παρακολούθησε στο Θέατρο Λαμπέτη στην Αθήνα τη θεατρική παράσταση για εφήβους “Το Κύμα”, ένα έργο του Τοντ Στράσερ από την καλλιτεχνική ομάδα Μυθωδία και σε σκηνοθεσία του Νικορέστη Χανιωτάκη. Οι μαθητές και οι μαθήτριές μας είχαν την ευκαιρία να παρακολουθήσουν -σε ένα κατάμεστο από συμμαθητές τους από άλλα σχολεία θέατρο- μια θεατρική παράσταση που τους προβλημάτισε σχετικά με τα παρακάτω, για τα οποία συζήτησαν με τους ηθοποιούς στο τέλος της παράστασης:
Τι μορφές έχει ο φασισμός σήμερα;
Μπορεί να ξαναγεννηθεί ή ως προς κάτι, υπάρχει ακόμη;
Σε τί έχουμε σταματήσει να αντιδρούμε ως άνθρωποι κι ως κοινωνία;
Πόσο έχουμε εξοικειωθεί με τη βία;
Πόσο ελεύθερη είναι η σκέψη και η βούλησή μας;
Πώς γίνεται σήμερα η χειραγώγηση;
Και τελικά, πόσα μαθαίνουμε μέσα από την ιστορία και ποια ευθύνη έχουμε απέναντί της;
“Το Κύμα” βασίζεται σε ένα πραγματικό κοινωνικό πείραμα που πραγματοποιήθηκε το 1967 από τον Ρον Τζόουνς, καθηγητή πολιτικής ιστορίας σε Λύκειο της Καλιφόρνια, με αφορμή την ερώτηση μια μαθήτριας. Στην παράσταση, ένας μάλλον αντισυμβατικός καθηγητής ιστορίας, στα πλαίσια ενός “πειράματος” που θα βοηθούσε να δοθούν κάποιες απαντήσεις στα αναπάντητα ερωτήματα των μαθητών πάνω στο φαινόμενο του φασισμού, οργανώνει τους μαθητές της τάξης του σύμφωνα με τα ναζιστικά πρότυπα. Το “διδακτικό” παιχνίδι ρόλων όμως, πάρα πολύ σύντομα, ξεφεύγει από τα όρια και τον έλεγχο, παγιδεύοντας όλους όσοι συμμετέχουν. Μόνο δύο μαθητές αναγνωρίζουν την τρομακτική ορμή του κύματος και συνειδητοποιούν ότι πρέπει να το σταματήσουν πριν να είναι πολύ αργά. Το 1976, ο Τζόουνς δημοσίευσε μια αφήγηση με τις εμπειρίες του με τίτλο “Το Τρίτο Κύμα”, το οποίο έγινε κινηματογραφική ταινία με τον ίδιο τίτλο το 1981. Η διασκευή του έργου αντιμετωπίζει τη θεματική που πραγματεύεται το βιβλίο και η ταινία με ευαισθησία και σεβασμό ώστε να μπορεί η παράσταση να απευθυνθεί σε όλους τους έφηβους μαθητές, παραμένοντας παράλληλα όσο το δυνατόν πιο συνεπής στο πρωτότυπο έργο. Η ίδια η παράσταση περισσότερο θέτει ερωτήματα και αναδεικνύει θεματικές προς συζήτηση για τους μαθητές και τους θεατές παρά δίνει απαντήσεις, αντιμετωπίζοντας τον φασισμό, όχι μόνο ως μακρινό ιστορικό και κοινωνικό φαινόμενο, αλλά ως υπαρκτό ενδεχόμενο με διαφορετικές εκφάνσεις και μορφές.”